Ο θεατρικός διάλογος που ακολουθεί μπορεί να παιχθεί ως κουκλοθέατρο, όπως φαίνεται και στο πρώτο φιλμάκι, στα δεξιά της αρχικής σελίδας.
Μπορεί όμως να αξιοποιηθεί και ως μονόπρακτο: π.χ. να παιχθεί από δύο νηπιαγωγούς με μάσκες, ή από δύο παιδιά κ.α.
Το τραγουδάκι του τέλους καλό είναι, αφού ακουσθεί μια-δυο φορές, να προσπαθήσουν να το τραγουδήσουν όλα μαζί τα παιδιά.
Γ: Πχχχχχχ……! Πχχχχχχχχχ………!
Σ: Γουάου, γουάου, γαβ, γαβ, γαβ,….!
Γ: Αχ! Μα τα μουστάκια μου, κατατρόμαξα!
Σ: Γκρ, Γκρ γάου γαβ!
Γ: Τι γαυγίζεις; άδικα κουράζεσαι. Δε με φτάνεις όσο κι αν χοροπηδάς
Σ: Γουάου, γουάου, γκούχ,γκουχ, γουάου γκούχου!
Γ: Μωρέ για δέστε έναν παλληκαρά, πνίγηκε απ’ το γάβγισμά του!
Ηρέμησε, χρυσέ μου. Κάτσε να ξαποστάσεις λιγάκι.
Σ: Θα κάτσω. Θα κάτσω και θα σε περιμένω να κατέβεις!
Γ: Κάτσε όσο θες. Εγώ θ’ αργήσω. Έχω βολευτεί εδώ και λέω να περιποιηθώ τη γούνα μου.
Σ: Εσείς οι γάτες όλο με το γουναρικό σας καταγίνεστε. Και με το μανικιούρ σας.
Γ: Μα πρέπει να φροντίζουμε τον εαυτό μας για να είμαστε σε φόρμα. Ενώ εσείς…Είστε …να δεις πως το λένε…είστε τεμπελόσκυλα! Βάζω στοίχημα πως είσαι γεμάτος τσιμπούρια.
Σ: Ποιος: Εγώ τσιμπούρια: Κάνεις μεγάλο λάθος, αγαπητή μου. Εγώ είμαι πεντακάθαρος!
Γ: Νιαρ, νιαρ, νιαρ! Τι σχέση με την καθαριότητα μπορεί να έχει ένας κοπρίτης σαν κι εσένα.!
Σ: Πρόσεχε τα λόγια σου σε παρακαλώ! Μπορεί να είμαι αδέσποτος μα δεν είμαι κοπρίτης. Εγώ έχω κάνει ακόμη και μπάνιο!
Γ: Μπάνιο;
Σ: Μάλιστα! Και το θεωρώ τιμή μου, γιατί με μπανιαρίσανε άνθρωποι. Με ζεστό νερό και σαπούνι!
Γ: Άνθρωποι! Άφησες να σ’ αγγίξουνε άνθρωποι; Η τρίχα μου σηκώνεται που σ’ ακούω. Κι εσύ έκατσες;
Σ: Έκατσα και το φχαριστήθηκα. (ακούγεται σφύριγμα) Με συγχωρείς. Πάω να κολατσίσω. (φεύγει βιαστικός)
Γ: Μα τι γίνεται; Για να δω.(κατεβαίνει σε χαμηλότερο κλαδί) Μπα… Δεν πιστεύω στα μάτια μου. Μια γυναίκα τον ταΐζει. ..Και τώρα τον χαϊδεύει.
(Ο σκύλος επιστρέφει)
Σ: (μασουλώντας) Δεν άργησα;
Γ: Μα δε μου λες; Σε ταΐζουν άνθρωποι;
Σ: Ναι.
Γ: Και γιατί παρακαλώ;
Σ: Γιατί μ’ αγαπούν.
Γ: Και γιατί σ’ αγαπούν;
Σ: Γιατί είμαι αξιαγάπητος!
Γ: Τι έξυπνο! Βρε μπουνταλά, κάνεις τίποτα χρήσιμο γι αυτούς και σ’ αγαπούν;
Σ: Βεβαίως. Τους κουνάω την ουρά!
Γ: Για φαντάσου! Εγώ πιάνω ποντίκια, χρυσέ μου, αν δεν ήμουνα εγώ και οι δικοί μου, θα τους είχανε φάει τα ποντίκια, μα δε μ’ αγαπούν.
Σ: Και πού το ξέρεις;
Γ: Μα οι άνθρωποι είναι κακοί. Είναι επικίνδυνοι..
Σ: Έχεις μεσάνυχτα, αγαπητή μου. Σκύψε να σου πω ένα μυστικό.
Γ: Τι;
Σ: Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι κακοί. Μερικοί αγαπούν και φροντίζουν τα ζώα. Επίσης δεν είναι όλοι οι σκύλοι κακοί.
Γ: Κι εσύ πριν γιατί με κυνηγούσες;
Σ: Ε, για Γυμναστική! Δεν έχω κακό σκοπό!
Γ: Βρε μπας κι όλ’ αυτά είναι παραμύθια και μου τα λες για να με ξεγελάσεις;
Σ: Σου ορκίζομαι στη σκυλίσια μου τιμή. Εγώ πάντα λέω την αλήθεια. Έλα κατέβα στο παρακάτω κλαδί, γιατί στραβολαίμιασα.
Γ: (κατεβαίνοντας): Κι εκείνα που μου’ λεγες για καλούς ανθρώπους, αλήθεια είναι;
Σ: Βεβαίως. Πρέπει όμως να χεις το νου σου να τους ξεχωρίζεις Οι καλοί λέγονται ζωόφιλοι, δηλαδή φίλοι των ζώων.
Γ: Εσύ ξέρεις να τους ξεχωρίζεις;
Σ: Φυσικά. Πρώτα πρώτα απ’ τη μυρωδιά. Έπειτα απ’ τα μάτια τους. Τα μάτια τους είναι –πώς να το πω- είναι γεμάτα αγάπη.
Γ: Αχ, συγκινήθηκα, μα τα μουστάκια μου…Κι αυτοί οι άνθρωποι, οι…πώς τους είπες;
Σ: Οι ζωόφιλοι.
Γ: Ναι, αυτοί… αγαπούν και τις αδέσποτες γάτες;
Σ: Ναι, ασφαλώς.
Γ: Και τις ταΐζουν;
Σ: Βεβαίως.
Γ: Απίστευτο μα τα μουστάκια μου!
Σ: Μα σου είπα – είναι καλοί. Εμένα όταν ήμουν άρρωστος με πήγανε σ’ ένα μέρος και με περιποιήθηκαν, μου δώσανε φάρμακα κι έγινα καλά και με μπανιαρίσανε όπως σου είπα..
Γ: Και πώς το λέγανε το μέρος αυτό που σε πήγανε;
Σ΅: Το λέγανε, να δεις πως το λέγανε …καταφύγιο ζώων το λέγανε. Σε κρατάνε εκεί μέχρι να γίνεις καλά αν είσαι άρρωστος, σου κάνουν εμβόλια και μετά σ’ αφήνουν στη γειτονιά σου.
Γ: Και είχε και γάτες εκεί;
Σ: Ου… πολλές
Γ: Για να πούμε την αλήθεια, σ’ αυτό το πώς το είπες;
Σ: Το καταφύγιο.
Γ: Ναι, στο καταφύγιο, δε θα ήθελα να πάω, το συσσίτιο όμως μ’ ενδιαφέρει.
Σ: Στο καταφύγιο όμως μπορεί να βρεις και αφεντικό. Έρχονται άνθρωποι που θέλουν ζώα και μπορεί κάποιος να σε διαλέξει.
Γ: Α πα πα πα. Τι να το κάνω το αφεντικό; Πιο καλά αδέσποτη. Είμαι αφεντικό του εαυτού μου.
Σ: Αχ, μη το λες. Δε ξέρεις πόσο θα’ θελα να είχα ένα σπίτι, ένα αφεντικό να του αφοσιωθώ, να του κουνάω την ουρά..
Γ: Τσ, τσ, τσ. Σκυλίσιες ανοησίες. Μα για πες μου τώρα. Εγώ πού θα βρω δωρεάν φαγητό;
Σ: Ε, κατέβα απ’ το δέντρο, να σε πάω
Γ: Να κατέβω απ’ το δέντρο; Κι αν όλα αυτά ήταν παραμύθια; Αν τα είπες για να με ξεγελάσεις;;
Σ: Σου ορκίζομαι στη σκυλίσια μου τιμή. Είναι αλήθεια.
Γ: Όλα αυτά για καλούς ανθρώπους και καλούς σκύλους αλήθεια είναι;
Σ: Ε, ναι, σου είπα.
Γ: Θέλω αποδείξεις!
Σ: Μα που να τις βρω τις αποδείξεις άμα δεν κατέβεις;
Δασκάλα: «Ποτέ δε θα πειράξω τα ζώα τα καημένα…»
Γ: Τι είναι αυτό που ακούγεται;
Σ: Είναι η δασκάλα που μαθαίνει στα παιδιά ένα τραγουδάκι για τα ζώα.
Γ: Αλήθεια είναι λοιπόν! Μα τα μουστάκια μου αλήθεια είναι! (κατεβαίνει και τραγουδούν όλοι μαζί)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου